Eπιμέλεια:  Ευγένιος Γκράουρ

Αμφίδρομη είναι η σχέση μεταξύ της σωματικής δραστηριότητας και της ψωρίασης. Η νόσος επηρεάζει τον τρόπο άσκησης των πασχόντων και η άθληση τα αποτελέσματα της πάθησης. Έχει, επίσης, σημαντική επίδραση στην ψυχική υγεία τους, η οποία είναι ιδιαίτερα επιβαρυμένη λόγω της εμφάνισης του δέρματος τους. Κατά κανόνα, βέβαια, η έντονη σωματική δραστηριότητα είναι επωφελής για τα άτομα με ψωρίαση, καθώς ελέγχει όχι μόνο τις δερματικές εκδηλώσεις της νόσου αλλά και τις συστηματικές, δηλαδή τα νοσήματα που “συνοδεύουν” την ψωρίαση. Η εύρεση του αθλήματος και της διάρκειας της άσκησης που δεν ενοχλεί τους ασθενείς θα μπορούσε να αποτελέσει μια στρατηγική πρόληψης και ενδεχομένως βελτίωσης της νόσου, ωφελώντας ιδίως εκείνους που είναι υπέρβαροι ή παχύσαρκοι.

«Όπως συμβαίνει σε μεγάλο ποσοστό ανθρώπων, η άνοιξη προδιαθέτει και τους ασθενείς με ψωρίαση να αθληθούν συστηματικά, υπό την προοπτική της έκθεσης του σώματος τους στην παραλία. Οι τελευταίοι, όμως, έχουν να αντιμετωπίσουν περισσότερες προκλήσεις, προκειμένου να τα καταφέρουν. Γι’ αυτό και αναλογικά με τον γενικό πληθυσμό, οι ψωριασικοί ασθενείς γυμνάζονται λιγότερο και δεν πετυχαίνουν τις συστάσεις του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (World Health Organization – WHO) για τακτική άσκηση, παρότι η έρευνα δείχνει ότι τους προσφέρει ψυχικά οφέλη, συμπεριλαμβανομένης της βελτίωσης της ποιότητας ζωής, και μειωμένη πιθανότητα ανάπτυξης της νόσου», επισημαίνει ο  Δερματολόγος – Αφροδισιολόγος Δρ. Χρήστος Στάμου.

Η ψωρίαση είναι μια χρόνια, φλεγμονώδης, υποτροπιάζουσα, μη μεταδοτική νόσος, που παρουσιάζεται σε άτομα κάθε ηλικίας. Παρότι έχει χαρακτηριστικά αυτοάνοσου νοσήματος και ισχυρούς γενετικούς δεσμούς, τα αίτια εμφάνισης της δεν έχουν αποσαφηνιστεί πλήρως. Η βαρύτητά της ποικίλει από άτομο σε άτομο, όπως και οι περίοδοι ύφεσης και έξαρσης των συμπτωμάτων.

Εννέα στους δέκα ασθενείς πάσχουν από ψωρίαση κατά πλάκας, μια από τις πολλές μορφές της. Αυτοί εμφανίζουν οριοθετημένες, ερυθηματώδεις, κνησμώδεις δερματικές αλλοιώσεις, οι οποίες καλύπτονται με αργυρόχρωμα  λέπια, εξαιτίας της ταχύτερης αποβολής των δερματικών κυττάρων.

Ενώ, δηλαδή, φυσιολογικά αυτά ωριμάζουν και πέφτουν σε 28 περίπου ημέρες, στα άτομα με ψωρίαση τα κύτταρα μεταφέρονται στην επιφάνεια του δέρματος σε 3-4 ημέρες. Ο οργανισμός αδυνατεί να τα αποβάλλει τόσο γρήγορα, με συνέπεια τον σχηματισμό πλακών στο δέρμα.

Εκτός από τις δερματικές εκδηλώσεις, η ψωρίαση συνδέεται με μια σειρά από συννοσηρότητες. Σχετίζεται στενά με μεταβολικές διαταραχές, όπως η αντίσταση στην ινσουλίνη, η δυσλιπιδαιμία, η υπέρταση, ο αυξημένος δείκτης μάζας σώματος, η παχυσαρκία και τα καρδιαγγειακά νοσήματα, και μπορεί να επηρεάσει τις αρθρώσεις (ψωριασική αρθρίτιδα) και άλλα όργανα του σώματος. Παρόμοια με άλλα συστηματικά νοσήματα, το σωματικό λίπος και ο υψηλός δείκτης μάζας σώματος αποτελούν παράγοντες κινδύνου ανάπτυξης ψωρίασης.

«Η γενική σύσταση για 150 λεπτά αερόβιας μέτριας έντασης άσκηση την εβδομάδα, ακολουθείται μόνο από το ήμισυ των ενηλίκων και οι ασθενείς με ψωρίαση δεν διαφέρουν. Όμως, επειδή διατρέχουν υψηλό κίνδυνο για καρδιαγγειακά νοσήματα, η άσκηση είναι ακόμα πιο αναγκαία γι’ αυτούς. Δυστυχώς, όμως αθλούνται λιγότερο συχνά και λιγότερο εντατικά από εκείνους που δεν έχουν τη δερματοπάθεια», τονίζει.

Μια έρευνα σε ασθενείς με σοβαρή ψωρίαση ανέφερε ότι το 40% απέφευγε τον αθλητισμό μόνο και μόνο λόγω της νόσου. Όσο πιο άσχημα νιώθουν, λοιπόν, οι πάσχοντες, τόσο πιο απίθανο είναι να συμμετέχουν σε κάποια αθλητική δραστηριότητα.

Εμπόδια αποτελούν, επίσης, ο πόνος ή ο κνησμός (ο οποίος είναι εντονότερος όταν οι ασθενείς ασκούνται), η τριβή των ρούχων στο δέρμα και η ευαισθησία του, όπως και η δυσκολία στη διαχείριση της νόσου. Ενδεχομένως να έχουν και δυσκολία αποβολής της θερμότητας, όπως έχει δείξει μια πολύ μικρή μελέτη, που απαιτεί επιβεβαίωση από μεγαλύτερες.

Ωστόσο, έχει βρεθεί ότι η άσκηση αποτελεί όπλο ενάντια στην εμφάνιση της νόσου. Γνωρίζουμε ότι η μειωμένη άσκηση και η παχυσαρκία προάγουν την ψωρίαση. Αντιθέτως, η τακτική άσκηση μειώνει τη λιπώδη μάζα, η οποία μπορεί στη συνέχεια να μειώσει τη συστηματική φλεγμονή και τελικά τον κίνδυνο εμφάνισης ψωρίασης. Υπάρχουν μελέτες που αποδεικνύουν την αντίστροφη σχέση μεταξύ του επιπέδου σωματικής δραστηριότητας και του εν λόγω κινδύνου. Αρκεί η άσκηση να είναι έντονη.

Δεδομένης δε της μειωμένης φυσικής κατάστασης των ατόμων με ψωρίαση και της αυξημένης πιθανότητας να είναι υπέρβαροι, η άθληση είναι το μέσο βελτίωσης τόσο της αντοχής και δύναμης όσο και της διαχείρισης του σωματικού βάρους και της αποκατάστασης της καρδιακής λειτουργίας.

«Μήπως μπορεί να μειώσει και τα συμπτώματα;», αναρωτιούνται πολλοί ασθενείς. Σύμφωνα με τον Δρ. Στάμου, «τα επιστημονικά στοιχεία δεν είναι επαρκή για να εξαχθούν ασφαλή συμπεράσματα. Μια μελέτη που ασχολήθηκε με το θέμα διαπίστωσε ότι η άσκηση και η διατροφή ως μέσα μείωσης του σωματικού βάρους οδήγησε σε μείωση της σοβαρότητας της ψωρίασης κατά 48%.

Τα παραπάνω επιβεβαιώνουν την αναγκαιότητα συμμετοχής των ατόμων με ψωρίαση σε προγράμματα άσκησης σε εσωτερικούς ή εξωτερικούς χώρους, αφού μπορεί να βοηθήσει στον έλεγχο των εξάρσεων και των συννοσηροτήτων. Απαραίτητη προϋπόθεση φαίνεται να είναι η ανοχή ή μείωση των δερματικών ενοχλήσεων και η αισθητική βελτίωση, προκειμένου να μην νιώθουν μειονεκτικά.

Αυτό επιτυγχάνεται είτε με τοπικές θεραπείες, είτε με συστηματικές αγωγές, είτε με φωτοθεραπείες. Οι πρώτες αφορούν στην εφαρμογή κρεμών και αλοιφών στις πάσχουσες περιοχές σε ανθρώπους με ήπιες εκδηλώσεις της νόσου και οι δεύτερες σε σοβαρότερα περιστατικά.

Οι φωτοθεραπείες λειτουργούν εξίσου αποτελεσματικά και στις δύο κατηγορίες ασθενών, είτε ως μεμονωμένες θεραπείες είτε συνδυαστικά με φαρμακευτικές αγωγές. Αποτελεσματικότερη είναι η στενού φάσματος UVB φωτοθεραπεία, αφού αποδεδειγμένα απαλλάσσει, από τα συμπτώματα ταχύτερα και το δέρμα μένει καθαρό για περισσότερο χρόνο και με λιγότερες συνεδρίες συγκριτικά με την UVB ευρέως φάσματος.

Καλά αποτελέσματα προσφέρουν και οι θεραπείες με excimer laser, όταν η ψωρίαση είναι ήπια έως μέτρια.

Η ύφεση των συμπτωμάτων, με όποια θεραπευτική μέθοδο επιλεγεί, επιτρέπει στα άτομα με τη νόσο να καταπολεμήσουν τον κίνδυνο παχυσαρκίας, μεταβολικών και καρδιοαγγειακών προβλημάτων. Να γυμνάσουν το σώμα τους, να απολαύσουν τα θερινά σπορ που τόσο δημοφιλή είναι στη χώρα μας και να βρουν ξανά τη χαρά της ζωής», καταλήγει ο Δρ. Στάμου.