Eπιμέλεια:  Ευγένιος Γκράουρ

Στα πιο διαδεδομένα προβλήματα των δοντιών των ανηλίκων συγκαταλέγεται η τερηδόνα, η οποία μπορεί να παρουσιαστεί ακόμα και σε πολύ μικρά παιδιά. Η πρώιμη παιδική τερηδόνα αφορά σε βρέφη και παιδιά έως 6 ετών και επηρεάζει περισσότερα από 530 εκατομμύρια άτομα σε όλο τον κόσμο.

«Πρόκειται για μια χρόνια και πολυπαραγοντική νόσο ταχείας ανάπτυξης και εξέλιξης, που ορίζεται από την απουσία ενός ή περισσότερων δοντιών ή/και την ύπαρξη φθορών και σφραγισμάτων. Μπορεί να οδηγήσει σε μόλυνση και πόνο, δυσκολία στη μάσηση και διαφοροποίηση στο είδος της προσλαμβανόμενης τροφής, σε αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης τερηδόνας σε μόνιμα δόντια και σε κακές συνθήκες ποιότητας ζωής που σχετίζονται με τη στοματική υγεία», εξηγεί η Oδοντίατρος Aκτινολόγος Δρ. Σοφία Χατζηαντωνίου.

Προκαλεί αλλοιώσεις χωρίς ή με κοιλότητα στην επιφάνεια των νεογιλών δοντιών, λόγω της υπερανάπτυξης μικροοργανισμών που φυσιολογικά ζουν στο στόμα. Αυτά μεταβολίζουν τα σάκχαρα, παράγοντας οξέα που μειώνουν το ph του στόματος και διαβρώνουν την αδαμαντίνη.

Η αυξημένη πρόσληψη υδατανθράκων και σακχάρων, οι ανεπαρκείς και πλημμελείς συνήθειες βουρτσίσματος των δοντιών και οι ελλιπείς γνώσεις σχετικά με τις συνέπειες της κακής στοματικής υγιεινής είναι οι παράγοντες που επηρεάζουν την πιθανότητα εμφάνισής της. Σε παιδιά προσχολικής ηλικίας σημαντικό ρόλο παίζει η πρόσβαση σε ποιοτική οδοντιατρική περίθαλψη, που δεν είναι όμως συχνά εφικτή λόγω οικονομικών δυσκολιών της οικογένειας.

Από μια ανασκόπηση συνολικά 164 μελετών (81 μελέτες αφορούσαν τον επιπολασμό της τερηδόνας στα νεογιλά δόντια και 83 μελέτες στα μόνιμα δόντια), που δημοσιεύθηκε στο Head & Face Medicine διαπιστώθηκε ότι στα νεογιλά ήταν 46,2% και στα μόνιμα δόντια 53,8%.  Αυτό το υψηλό ποσοστό των μικρών ασθενών είναι ιδιαίτερα ανησυχητικό και επιβάλει την υιοθέτηση και εφαρμογή στην πράξη των κατάλληλων στρατηγικών για την πρόληψή της και τη βελτίωση των ποσοστών των παιδιών με υγιή δόντια, η οποία επέρχεται με τακτική παρακολούθηση και θεραπεία.

Η κλινική εξέταση και η πανοραμική ακτινογραφία, επομένως, είναι αναγκαίες. Στην πρώτη επίσκεψη στον οδοντίατρο ελέγχεται η οδοντοφυΐα του παιδιού. Έκτοτε επανεξετάζεται ανά 6μηνο ή και συντομότερα, εάν παρατηρηθούν προβλήματα ανάπτυξης των δοντιών. Κατά τη διάρκεια τους ελέγχονται συστηματικά όχι μόνο τα δόντια αλλά και τα ούλα, η σύγκλιση, οι γνάθοι και η κροταφογναθική άρθρωση, ώστε οποιαδήποτε πρόβλημα να αντιμετωπίζεται εν τη γενέσει του.

Η πρώτη πανοραμική ακτινογραφία γίνεται περίπου στην ηλικία των έξι ετών, όταν τα μόνιμα δόντια αρχίζουν να ανατέλλουν, για να ελεγχθεί η ύπαρξη ή όχι όλων των μόνιμων δοντιών, καθώς επίσης η θέση και η κλίση τους, η σωστή σύγκλιση των γνάθων και η τυχόν ύπαρξη κύστεων ή άλλων παθολογιών στην περιοχή.

Η πραγματοποίηση της είναι απαραίτητη σε όλα τα παιδιά, ώστε να εντοπίζεται εγκαίρως η ύπαρξη τερηδόνας και η ανάγκη για ορθοδοντική εργασία. Σε αυτήν την περίπτωση ο ορθοδοντικός ζητά και κεφαλομετρική ακτινογραφία.

Καίριας σημασίας είναι και το ακτινολογικό κέντρο που επιλέγεται. Σύμφωνα με την Δρ. Χατζηαντωνίου, οι γονείς πρέπει να απευθύνονται σε εξειδικευμένα οδοντιατρικά ακτινολογικά κέντρα και όχι σε γενικευμένα. Κι αυτό διότι σε αυτά οι ακτινογραφίες γίνονται με τις καλύτερες δυνατές συνθήκες, με τη σωστή τοποθέτηση των μικρών ασθενών, χωρίς λάθη και με τις μικρότερες δυνατές δόσεις ακτινοβολίας.

Το πιο σημαντικό, όμως, απ’ όλα είναι ότι στα οδοντιατρικά ακτινολογικά κέντρα οι ακτινογραφίες πραγματοποιούνται από οδοντιάτρους ακτινολόγους, οι οποίοι μπορούν να διαγνώσουν απευθείας προβλήματα, παθολογίες και ελλείψεις δοντιών, να έρθουν σε επαφή με τον κλινικό παιδοοδοντίατρο και σε συνεργασία μαζί του να προλάβουν καταστάσεις που χωρίς την πανοραμική ακτινογραφία δεν θα ήταν σε θέση να διαγνώσει κανείς.

«Οι ακτινογραφίες έχουν γίνει απαραίτητες στην οδοντιατρική», επισημαίνει, «ακόμα και για παιδιά και εφήβους, καθώς είναι το ισχυρότερο διαγνωστικό μέσο που διαθέτουμε. Η εγκυρότητα τους και η πολύ χαμηλή δόση ακτινοβολίας που λαμβάνεται έχει επιτρέψει την κατ’ επανάληψη χρήση τους σε όλη τη διάρκεια της ζωής μας.

Για να γίνει κατανοητή η δόση της ακτινοβολίας που λαμβάνεται αρκεί να αναλογιστεί κανείς ότι μια ακτινογραφία κοιλίας ισοδυναμεί με 60 ψηφιακές πανοραμικές ακτινογραφίες, σύμφωνα με την Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Ακτινοπροστασίας της Γερμανίας (Bundesamt für Strahlenschutz – BfS).

Επίσης, η ακτινοβολία από μία πανοραμική ακτινογραφία ισοδυναμεί με αυτή μίας 3ωρης αεροπορικής πτήσης σε μια ευρωπαϊκή χώρα», επισημαίνει η Δρ. Χατζηαντωνίου και καταλήγει:

«Το πιο σημαντικό απ’ όλα είναι η συστηματική και σωστή υγιεινή που ξεκινά από την εμφάνιση του πρώτου δοντιού. Έτσι, στα παιδιά έως 18 μηνών πρέπει να γίνεται καθαρισμός των επιφανειών των δοντιών και των ούλων με μια ειδικά σχεδιασμένη για παιδιά μαλακή οδοντόβουρτσα και νερό (όχι οδοντόκρεμα) πρωί και βράδυ. Στα μεγαλύτερα παιδιά πρέπει να χρησιμοποιείται μικρή ποσότητα παιδικής οδοντόκρεμας, αναλόγως της ηλικίας τους.

Οι γονείς θα πρέπει αρχικά να βουρτσίζουν κατά μήκος της γραμμής των ούλων, να καθαρίζουν καλά κάθε δόντι κάνοντας μικρές κυκλικές κινήσεις τόσο τις εσωτερικές όσο και εξωτερικές επιφάνειες, ενώ τις μασητικές επιφάνειες με παλίνδρομες κινήσεις. Μεγαλώνοντας τα παιδιά θα πρέπει να μάθουν να χειρίζονται την οδοντόβουρτσα και γι’ αυτό καλό είναι το πρωινό βούρτσισμα να γίνεται από τα παιδιά και το βραδινό από τους γονείς.

Έτσι, σταδιακά τα παιδιά αποκτούν τη γνώση, αναπτύσσουν τη δεξιότητα και κατόπιν τη συνήθεια να φροντίζουν τα δόντια τους.

Υπάρχουν δε τρόποι ενθάρρυνσης ώστε μια διαδικασία που μπορεί να είναι δυσάρεστη για κάποια παιδιά, να γίνει παιχνίδι. Το παιχνίδι της μίμησης, όπου το παιδί αντιγράφει τις κινήσεις που κάνει ο γονέας όταν πλένουν τα δόντια τους την ίδια στιγμή είναι μια καλή πρακτική. Βοηθά και η αλλαγή γεύσεων της οδοντόκρεμας. Με τον καιρό το παιδί θα συνηθίσει και τελικά θα απολαμβάνει το βούρτσισμα και θα προστατεύει τα δόντια σε όλη τη ζωή του».