Γράφει η:  Επιστημονική ομάδα IEK Ιπποκράτειος

ΕΞΩΤΕΡΙΚΗ ΑΙΜΟΡΡΑΓΙΑ
Με τον όρο αιμορραγία εννοούμε την έξοδο αίματος από ένα ή περισσότερα αγγεία του κυκλοφορικού συστήματος, εξαιτίας της λύσης (διακοπής) της συνέχειας τους. Τα αίτια, που προκαλούν βλάβη στα αγγεία είναι πολλά, αναφέρονται μερικά όπως: τραυματιομοί από αιχμηρά αντικείμενα (μαχαίρια, ψαλίδια), πτώσεις, χτυπήματα.

Τα αγγεία διακρίνονται στις αρτηρίες, στις φλέβες και στα τριχοειδή. Επομένως, ανάλογα ονομάζουμε τις αιμορραγίες: αρτηριακές, φλεβικές, τριχοειδικές, ή μικτές, όταν έχουν καταστραφεί μαζί αρτηρίες και φλέβες. Μπορούμε να καταλάβουμε από το χρώμα του αίματος και από τον τρόπο που το αίμα βγαίνει από το αγγείο, αν η αιμορραγία είναι αρτηριακή, φλεβική ή τριχοειδική.
Στην αρτηριακή, το αίμα είναι ζωηρό κόκκινο και τινάζεται με ένταση ή και με ρυθμό από την πληγή.
Στη φλεβική, είναι σκούρο και απλώς κυλά έξω από την πληγή.
Στην τριχοειδική, έχει κάποιο ενδιάμεσο χρώμα και απλώνεται γύρω από την πληγή.
Στις μικρές αιμορραγίες, εκτός από την φανερή εκροή του αίματος και την δικαιολογημένη ανησυχία του πάσχοντα, δεν υπάρχουν άλλα αξιόλογα συμπτώματα.
Όταν η αιμορραγία αφορά μεγάλο αγγείο, τα πράγματα είναι πολύ σοβαρά, γιατί αν ο πάσχων δεν αντιμετωπισθεί έγκαιρα και σωστά, θα κινδυνεύσει η ζωή του. Εκτός από την εμφανή εκροή του αίματος, ο πάσχων θα παρουσιάζει σύγχυση, ωχρότητα, ταχυσφυγμία, ψυχρά άκρα και προοδευτική πτώση της πίεσης μέχρι την καταπληξία. Σ’ αυτή την περίπτωση, ο οργανισμός αντιδρά με περιφερική αγγειοσύσπαση, για να επιτύχει καλύτερη αιμάτωση των ζωτικών οργάνων, π.χ. εγκέφαλο, καρδιά.
Ιδιαίτερα η αιμορραγία στο πρόσωπο ή στο λαιμό, σ’ έναν ασθενή που δεν έχει πλήρως τις αισθήσεις του, μπορεί να φράξει την τραχεία και να προκαλέσει ασφυξία.

Στην περιοχή που αιμορραγεί, αναπτύσσεται φλεγμονή, η οποία χαρακτηρίζεται από πρήξιμο, κοκκίνισμα, πόνο και θερμότητα. Ταυτόχρονα, ο οργανισμός κινητοποιεί μηχανισμούς άμυνας, για να προλάβει την μόλυνση που μπορεί να εκδηλωθεί. Αποστέλλει στην εστία της φλεγμονής λευκά αιμοσφαίρια (κοκκιοκύτταρα, αντισώματα και άλλες ουσίες), τα οποία θα βοηθήσουν στον περιορισμό της μόλυνσης. Γι’ αυτό, όταν δίνουμε τις πρώτες βοήθειες σε αιμορραγία, πρέπει να εξασφαλίζουμε τις καλύτερες συνθήκες καθαριότητας, ώστε ν’ αποφεύγονται οι μολύνσεις.

ΠΡΩΤΕΣ ΒΟΗΘΕΙΕΣ
Θα πρέπει ν’ αφαιρέσουμε τα ρούχα από την περιοχή του τραύματος, για να έχουμε μια πιο καθαρή εικόνα του μεγέθους της αιμορραγίας. Κομμάτια γυαλιού ή άλλου αντικειμένου, που ίσως βρίσκονται μέσα στην πληγή, μπορούν να απομακρυνθούν με τη βοήθεια τρεχούμενου νερού. Δεν πρέπει όμως να αφαιρέσουμε αντικείμενα, που έχουν σφηνωθεί βαθιά μέσα σ’ ένα τραύμα, γιατί μπορεί να προκληθεί μεγαλύτερη αιμορραγία.

Ξαπλώνουμε τον τραυματία ύπτια (ανάσκελα), για να εμποδίσουμε την ισχαιμία του εγκεφάλου.
Πιέζουμε με πολλές αποστειρωμένες γάζες (πακέτο). Αν δεν έχουμε, δεν να χάνουμε χρόνο και πιέζουμε με οποιοδήποτε ύφασμα στο σημείο, που αιμορραγεί. Πιέζουμε για αρκετά λεπτά για να σχηματισθεί θρόμβος. Δεν αλλάζουμε γάζες, για να μην καταστρέψουμε την προσπάθεια δημιουργίας θρόμβου. Μπορούμε όμως, αν ματώσουν, να προσθέσουμε και άλλες γάζες.
Αν υπάρχει σφηνωμένο κάποιο αντικείμενο, πιέζουμε τα χείλη του τραύματος που βρίσκονται από τη μία και την άλλη πλευρά του αντικειμένου.
Αν εφαρμόσουμε πιεστικό επίδεσμο (περίδεση), δεν θα πρέπει να τον σφίξουμε πολύ. Η προσπάθεια μας να ελέγξουμε την αιμορραγία, δεν θα πρέπει να γίνει αιτία να σταματήσει εντελώς η κυκλοφορία του αίματος στο μέλος που αιμορραγεί, γιατί τότε θα προκαλέσουμε τη νέκρωση του. Γι’ αυτό, πάντα ελέγχουμε τις σφίξεις των άκρων, πιο περιφερειακά (χαμηλότερα) του σημείου της περίδεσης. Δηλαδή, ψηλαφούμε τον κερκιδικό σφυγμό, αν πρόκειται για περίδεση άνω άκρου και τον ιγνυακό, ή τον οπίσθιο κνημιαίο, αν η περίδεση εχει εφαρμοστεί για να ελεγχθεί η αιμορραγία στα κάτω άκρα.

ΑΙΜΟΡΡΑΓΙΑ ΜΕΓΑΛΗΣ ΑΡΤΗΡΙΑΣ
Σε κάθε περίπτωση έχουμε ειδοποιήσει για επείγουσα βοήθεια. Για να εμποδίσουμε την μεγάλη απώλεια αίματος, πρέπει να κάνουμε τις κατωτέρω ενέργειες:
Ξαπλώνουμε τον τραυματία
Αν η τοπική πίεση που αναφέραμε δεν σταματά την αιμορραγία, θα εφαρμόσουμε πίεση στη ρίζα τον αγγείου με τον αντίχειρα και την παλάμη. Γι’ αυτό, πρέπει να γνωρίζουμε τα σημεία εφαρμογής πίεσης, αν πρόκειται για αιμορραγία των κάτω ή άνω άκρων.

Αν η αιμορραγία αφορά τα άνω άκρα, εφαρμόζουμε αιμοστατική περίδεση στη μέση περίπου του βραχιονίου οστού, με ελαστική ταινία. Αν δεν έχουμε, προσωρινά, σφίγγουμε με το χέρι μας και με το άλλο κρατάμε το χέρι του πάσχοντα ανασηκωμένο. Η πίεση που θ’ ασκήσουμε, πρέπει να είναι ισχυρή, διαφορετικά θα πιεσθούν μόνο οι φλέβες. Ανά τακτά χρονικά διαστήματα, περίπου κάθε 10 λεπτά, θα πρέπει να χαλαρώνουμε την περίδεση για 1 έως 2 λεπτά, ώστε: να μην προκαλέσουμε νέκρωση στους ιστούς.

Όταν η αιμορραγία αφορά τα κάτω άκρα και δεν αντιμετωπίζεται τοπικά, πιέζουμε την μηριαία αρτηρία, δεξιά ή αριστερά, ανάλογα με τη θέση του τραύματος. Η συμπίεση εφαρμόζεται με τους δύο αντίχειρες στην περιοχή του τριτημορίου του βουβωνικού συνδέσμου, ενώ τα δάχτυλα πιέζουν την πίσω πλευρά του μηρού.

Τις ίδιες ενέργειες κάνουμε και στις περιπτώσεις εξωτερικών αιμορραγιών στην περιοχή του κεφαλιού ή του προσώπου, δηλαδή ασκούμε πίεση με γάζες. Όταν η αιμορραγία είναι πιο μεγάλη, ανάλογα με την εντόπιση, πιέζουμε την κροταφική αρτηρία, εμπρός από το αυτί στο κροταφικό οστό, ή αν αφορά πρόσωπο, πιέζουμε με τον αντίχειρα στην περιοχή του μασητήρα πιο πάνω από την κάτω γνάθο.

ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΑΙΜΟΡΡΑΓΙΑ
Εσωτερική αιμορραγία είναι η απώλεια αίματος μέσα σε ιστούς, όργανα ή φυσικές κοιλότητες του οργανισμού, εξαιτίας της λύσης (διακοπής) της συνέχειας, ενός ή περισσοτέρων αγγείων του κυκλοφορικού συστήματος.
Η βαρύτητα μιας εσωτερικής αιμορραγίας εξαρτάται από:
α) Την ποσότητα του αίματος, που θα εκχυθεί. Μαζική απώλεια αίματος από μια μεγάλη αρτηρία, π.χ. ρήξη αορτής, μπορεί να προκαλέσει καταπληξία και θάνατο.
β) Την εντόπιση του αγγείου, δηλαδή σε ποιον ιστό θα εκχυθεί το αίμα, π.χ. εγκεφαλική ουσία. Η ποσότητα του αίματος που θα συσσωρευθεί, μπορεί να προκαλέσει ανεπανόρθωτες βλάβες σε ζωτικά όργανα.
γ) Το αν η αιμορραγία είναι περιορισμένη ή γενικευμένη.
Τα αίτια, που μπορούν να προκαλέσουν μια εσωτερική αιμορραγία, μπορεί να είναι τα ακόλουθα:
Σοβαρός τραυματισμός, π.χ. τροχαίο, όπου μπορεί να συμβαίνει ρήξη σπλήνας ή/και ρήξη ήπατος.
Νοσήματα αγγείων.
Υπέρταση σε αρτηριοσκληρυντικά αγγεία.
Άλλα νοσήματα, όπως, έλκος στομάχου, καρκίνος.
Νοσήματα του αίματος (θρομβοπενίες, έλλειψη παραγόντων πήξης).
Φάρμακα (ασπιρίνη, κορτιζόνη) κ.ά.
Σε κάθε περίπτωση σοβαρής εσωτερικής αιμορραγίας, ο οργανισμός αμύνεται, προσπαθώντας να διατηρήσει την αιμάτωση σε ζωτικά όργανα π.χ. εγκέφαλο, καρδιά, νεφρούς. Για το λόγο αυτό κινητοποιεί μηχανισμούς που προκαλούν περιφερική αγγειοσύσπαση, ώστε το αίμα που θα φθάνει στα ζωτικά όργανα, να είναι αρκετό.
Αποτέλεσμα αυτών των μηχανισμών, είναι η εμφάνιση διαφόρων συμπτωμάτων όπως:
Ταχυσφυγμία
Πτώση αρτηριακής πίεσης
Ωχρότητα στο πρόσωπο και στο σώμα
Κρύο κολλώδες δέρμα
Αντιδράσεις από τα σπλάχνα, όταν πρόκειται για αιμορραγία στην κοιλιά όπως, πόνος και σύσπαση τον κοιλιακού τοιχώματος.
Στις εσωτερικές αιμορραγίες υπάρχουν διαγνωστικά προβλήματα ακόμη και για τους ειδικούς. Ωστόσο, η παρατήρηση και αξιολόγηση των συμπτωμάτων σε ότι αφορά τις πρώτες βοήθειες, αποτελούν τα οδηγά σημεία για να προβούμε στις ενέργειες που μπορεί να αποβούν σωτήριες.

ΠΡΩΤΕΣ ΒΟΗΘΕΙΕΣ
Σε μια εσωτερική αιμορραγία θα πρέπει να προλάβουμε ή να ελαχιστοποιήσουμε την καταπληξία (το shock), το οποίο είναι αποτέλεσμα της μεγάλης απώλειας αίματος. Γι’ αυτό φροντίζουμε να ξαπλώσουμε τον πάσχοντα, να ανασηκώσουμε και να στηρίξουμε τα πόδια του, και να χαλαρώσουμε τα σφικτά ρούχα.
Ελέγχουμε τον σφυγμό και μετράμε την πίεση του, αν αυτό είναι δυνατόν. Οι σφύξεις ανέρχονται πάνω από 100/min και η πίεση κατέρχεται κάτω ο 100/mmHg τότε ο πάσχων οδηγείται σε καταπληξία.
Εφαρμόζουμε καρδιοαναπνευστική αναζωογόνηση.
Φροντίζουμε για την επείγουσα μεταφορά του πάσχοντα στο Νοσοκομείο.