Eπιμέλεια: Ευγένιος Γκράουρ
Οι επεμβάσεις «σμίλευσης» του κόλπου και του αιδοίου είναι πλέον ιδιαίτερα δημοφιλείς, καθώς γυναίκες όλων τον ηλικιών απευθύνονται στον πλαστικό χειρουργό ή τον γυναικολόγο τους χωρίς ενοχές, προκειμένου να απαλλαγούν από ενοχλητικά συμπτώματα, να βελτιώσουν την ψυχολογία τους, να αυξήσουν την αυτοπεποίθησή τους και να εξασφαλίσουν μία καλύτερη σεξουαλική ζωή. Σε ποσοστό μεγαλύτερο από το 80% των γυναικών που υποβλήθηκαν σε τέτοιου είδους τεχνικές παρατηρήθηκε μετέπειτα αύξηση των οργασμών.
Η εμμηνόπαυση, οι ορμονικές διαταραχές αλλά και ο φυσιολογικός τοκετός προκαλούν αλλαγές στον κόλπο, ο οποίος χάνει το μυϊκό του τόνο, οδηγώντας σε χαλάρωση, λέπτυνση, μείωση της ελαστικότητας, ξηρότητα και -κατά συνέπεια- μειωμένη σεξουαλική ικανοποίηση.
Η χαλάρωση του κόλπου αφορά κυρίως τις εμμηνοπαυσιακές γυναίκες, σε ποσοστό που υπερβαίνει το 60%- 80%, αλλά μπορεί να εμφανιστεί και σε γυναίκες αναπαραγωγικής ηλικίας.
«Η μειωμένη παραγωγή οιστρογόνων μετά την εμμηνόπαυση προκαλεί ατροφία στην περιοχή, καθιστώντας λιγότερο απολαυστική τη σεξουαλική ζωή, δυσκολότερη την επίτευξη οργασμού καθώς και άλλες διαταραχές.
Ωστόσο, παρατηρείται και σε γυναίκες αναπαραγωγικής ηλικίας μετά από κολπικό τοκετό. Σε ορισμένες περιπτώσεις, τα τοιχώματα του κόλπου και η περιοχή του αιδοίου διατείνονται σε τέτοιο βαθμό κατά τον τοκετό που δεν είναι δυνατή η επαναφορά στην προηγούμενη κατάσταση, με αποτέλεσμα να παρουσιάζεται μια μικρή χαλάρωση στην περιοχή», αναφέρει η Δρ. Αναστασία Σεφέρη–Δανιήλ, MD, PhD, Πλαστικός Χειρουργός στο Νοσοκομείο ΥΓΕΙΑ, μέλος της Ελληνικής Εταιρείας Πλαστικής Επανορθωτικής και Αισθητικής Χειρουργικής (HESPRAS).
Παράγοντες όπως η παχυσαρκία, το κάπνισμα και η σεξουαλική υπερδραστηριότητα μπορούν επίσης να συμβάλουν στο ίδιο αποτέλεσμα. Υπολογίζεται ότι το 10-40% των γυναικών εμφανίζουν συμπτώματα εξαιτίας της κολπικής ατροφίας, τα οποία περιλαμβάνουν αίσθηση ξηρότητας στην περιοχή, πόνο κατά τη σεξουαλική επαφή, κνησμό στο αιδοίο κ.ά..
Εντούτοις, η σύγχρονη Ιατρική, είναι σε θέση να παρέχει αποτελεσματικές λύσεις. Η χρήση λέιζερ αντιμετωπίζει ανώδυνα τα ενοχλητικά συμπτώματα και μάλιστα με υψηλό ποσοστό επιτυχίας. Η εφαρμογή των τεχνικών αυτών έχει ξεκινήσει εδώ και περίπου μία 15ετία από το Λος Άντζελες, παρόλα αυτά στην Ελλάδα έχει εδραιωθεί τα τελευταία χρόνια, με τα σύγχρονα μηχανήματα να εξασφαλίζουν καλύτερα αποτελέσματα, με μεγαλύτερη ευκολία.
«Η θεραπεία της κολπικής ξηρότητας παραδοσιακά ήταν φαρμακευτική, με τοπικές θεραπείες και φτωχά παροδικά αποτελέσματα, καθώς με τη λήξη της επανέρχονταν τα συμπτώματα. Η φαρέτρα των γιατρών περιλαμβάνει πλέον θεραπείες που βασίζονται σε έναν ειδικού τύπου λέιζερ τελευταίας τεχνολογίας, όπως το Laser Vaginal Rejuvenation, το οποίο ουσιαστικά διεγείρει τους ινοβλάστες και την παραγωγή κολλαγόνου στο βλεννογόνο. Η διαδικασία αυτή ενισχύει την απορρόφηση νερού και την ενυδάτωση του κόλπου, βελτιώνει την κυκλοφορία του αίματος τοπικά, με αποτέλεσμα ένα νέο και υγιή ιστό στα τοιχώματα του κόλπου», εξηγεί η Δρ. Σεφέρη – Δανιήλ.
Η ανάπλαση και σύσφιξη του χαλαρού γυναικείου κόλπου, διενεργείται αναίμακτα, διαρκεί περίπου 30 λεπτά και ολοκληρώνεται σε 2-3 συνεδρίες με μεσοδιάστημα 30-40 ημερών. Εφαρμόζεται στο ιατρείο και δεν απαιτεί κάποιου είδους προετοιμασία. Στις περισσότερες περιπτώσεις, γίνεται χωρίς τη χρήση αναισθησίας, ενώ σε ορισμένες γυναίκες μπορεί να χρησιμοποιηθεί τοπικά αναισθητικό σπρέι. Μετά τη θεραπεία δεν απαιτείται αποχή από τις καθημερινές δραστηριότητες. Σε γυναίκες μεγάλης ηλικίας που παρουσιάζουν σοβαρή αφυδάτωση, η θεραπεία ενδέχεται να χρειάζεται επανάληψη κάθε 12-15 μήνες.
Σε ορισμένες περιπτώσεις, η επέμβαση μπορεί να αντικαταστήσει και τη χρήση ορμονικών σκευασμάτων που χορηγούνται για την ατροφία του κόλπου.
Ένα άλλο θέμα που αντιμετωπίζει η σύγχρονη αισθητική χειρουργική είναι, όταν κάποιες γυναίκες παρουσιάζουν υπερτροφία των εξωτερικών (μεγάλων) χειλέων του αιδοίου, εμποδίζοντας την καλή υγιεινή στην περιοχή και οδηγώντας συχνά σε τοπικές φλεγμονές, ξηρότητα, δερματοπάθειες ή δυσφορία καθώς και σε προβλήματα στη σεξουαλική ζωή.
Στις περισσότερες περιπτώσεις το πρόβλημα υπάρχει εκ γενετής, εντούτοις, μπορεί να παρουσιαστεί και αργότερα, λόγω ορμονικών μεταβολών (συνήθως μετά την εμμηνόπαυση) ή να επιδεινωθεί εάν υπάρχει ήδη.
«Η αποκατάσταση μπορεί να γίνει άμεσα, με τη χρήση χειρουργικού λέιζερ. Η επέμβαση εντάσσεται στις μικροχειρουργικές μεθόδους, διενεργείται με τοπική αναισθησία ή μέθη και δεν απαιτεί νοσηλεία. Η ασθενής μπορεί να επιστρέψει στις καθημερινές δραστηριότητές της από την αμέσως επόμενη ημέρα.
Αντίστοιχα, σε περιπτώσεις που τα χείλη είναι μικρότερα από το φυσιολογικό, η αποκατάσταση μπορεί να γίνει με λιπομεταφορά, δηλαδή με μεταφορά λίπους στην περιοχή από κάποιο άλλο σημείο του σώματος όπου πλεονάζει. Σε περίπτωση που υπάρχει λιποαποθήκη στο εφήβαιο αφαιρείται λιπώδης ιστός από το συγκεκριμένο σημείο», καταλήγει η Δρ. Σεφέρη – Δανιήλ, σημειώνοντας πως οι παραπάνω τεχνικές μπορούν να εφαρμοστούν μόνες τους ή σε συνδυασμό, ανάλογα με το πρόβλημα.