Eπιμέλεια:  Ευγένιος Γκράουρ

Τα μάτια υφίστανται πολλές αλλαγές με την πάροδο του χρόνου, οι οποίες συχνά επηρεάζουν και την όραση. Αν λ.χ. αρχίσετε γύρω στα 40 σας χρόνια να τα μισοκλείνετε για να διαβάσετε την ετικέτα ενός προϊόντος ή ένα email στο κινητό σας, δεν χρειάζεται να ανησυχήσετε. Έχετε αρχίσει να αναπτύσσετε πρεσβυωπία, την οποία τελικά εκδηλώνουν σχεδόν όλοι οι μεσήλικες. Ωστόσο υπάρχουν και αλλαγές που δεν είναι φυσιολογικές.

«Ο ανθρώπινος οργανισμός είναι ένα σύνολο δισεκατομμυρίων κυττάρων, τα οποία διαρκώς ανανεώνονται και πεθαίνουν, υφιστάμενα στην πορεία πολλές αλλαγές», λέει ο Xειρουργός-Oφθαλμίατρος Δρ. Αναστάσιος-Ι. Κανελλόπουλος, MD, ιδρυτής και επιστημονικός διευθυντής του Ινστιτούτου Οφθαλμολογίας LaserVision, καθηγητής Οφθαλμολογίας του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης (NYU Medical School). «Την πορεία αυτή ακολουθούν όλα τα σωματικά κύτταρα, συμπεριλαμβανομένων εκείνων στα μάτια, με αποτέλεσμα να υφίστανται πολλές αλλαγές όλα τα όργανα και οι ιστοί του σώματος. Έτσι, λ.χ., στη μέση ηλικία γίνεται λιγότερο εύκαμπτος και λιγότερο ικανός να αλλάζει σχήμα ο οφθαλμικός φακός, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να εστιάζει καλά στα κοντινά αντικείμενα και να αναπτύσσεται η πρεσβυωπία. Επιπλέον, ο φακός γίνεται πιο αδιαφανής, με επακόλουθο να διέρχεται από αυτόν λιγότερο φως προς τον αμφιβληστροειδή χιτώνα στο πίσω μέρος των ματιών. Αυτός είναι ένας λόγος για τον οποίο σταδιακά δυσκολευόμαστε να βλέπουμε στο ημίφως και χρειαζόμαστε ολοένα περισσότερο φως».

Την ανάγκη για περισσότερο φωτισμό εντείνει το γεγονός ότι ο αμφιβληστροειδής χιτώνας σταδιακά γίνεται λιγότερο ευαίσθητος στα φωτεινά ερεθίσματα. Στην πραγματικότητα, έχει υπολογιστεί ότι για να μπορέσει να διαβάσει ένα βιβλίο ο μέσος 60χρονος άνθρωπος χρειάζεται τριπλάσιο φωτισμό απ’ ό,τι ο μέσος 20χρονος!

Αλλαγές συμβαίνουν και στην κόρη των ματιών, η οποία αναλόγως με την ένταση του φωτός διαστέλλεται ή συστέλλεται για να βλέπουμε καλά. Η αντίδραση αυτή επιβραδύνεται με το πέρασμα του χρόνου, με συνέπεια μεγαλώνοντας  να χρειαζόμαστε ολοένα περισσότερο χρόνο για να προσαρμοστούμε στις εναλλαγές φωτός-σκοταδιού. Έτσι, ένας ηλικιωμένος μπορεί να μην βλέπει τίποτα όταν πρωτομπαίνει σε ένα σκοτεινό δωμάτιο. Ή μπορεί να χάσει παροδικά την όρασή του όταν μπαίνει σε έναν έντονα φωτισμένο χώρο.

Με την ηλικία μπορεί να αλλάξει επίσης η αντίληψη των χρωμάτων, εν μέρει επειδή αποκτά κιτρινωπή χροιά ο οφθαλμικός φακός. Τα χρώματα μπορεί να φαίνονται λιγότερο φωτεινά και η αντίθεση ανάμεσα στα διάφορα χρώματα να γίνεται δυσδιάκριτη. Τα μπλε χρώματα μπορεί να αποκτούν γκρι χροιά, ενώ ειδικά όταν βρίσκονται στο φόντο, μπορεί να μοιάζουν ξεθωριασμένα. Οι αλλαγές αυτές είναι ασήμαντες για τους περισσότερους ανθρώπους, αλλά μερικοί μπορεί να δυσκολεύονται να διαβάζουν τα μαύρα γράμματα σε μπλε φόντο.

Οι αλλαγές στα μάτια με την πάροδο του χρόνου δεν τελειώνουν εδώ. Μειώνεται επίσης ο αριθμός των νευρικών κυττάρων που μεταδίδουν τα οπτικά μηνύματα από τα μάτια προς τον εγκέφαλο. Η απώλεια αυτών των κυττάρων μπορεί να επηρεάσει την αντίληψη των λεπτομερειών, όπως οι διαφορές στις αποχρώσεις και τους τόνους. Διαταράσσει επίσης την αντίληψη του βάθους, ενώ δυσχεραίνει και την αξιολόγηση των αποστάσεων.

Μία άλλη αλλαγή είναι ότι τα μάτια αποκτούν την τάση να ξεραίνονται. Η αλλαγή αυτή εκδηλώνεται επειδή μειώνεται ο αριθμός των κυττάρων στην δακρυϊκή στοιβάδα, με συνέπεια τη μείωση της παραγωγής των δακρύων (τα δάκρυα είναι το κύριο λιπαντικό των ματιών).

Στην τρίτη ηλικία μπορεί να αλλάξει ακόμα και η εμφάνιση των ματιών. Το λευκό τμήμα τους (ο σκληρός χιτώνας), λ.χ., μπορεί να αποκτήσει ελαφρώς κιτρινωπή ή καφέ χροιά. Η αλλαγή αυτή είναι απόρροια της έκθεσης στην υπεριώδη ακτινοβολία, τη σκόνη και τον άνεμο κατά τα χρόνια που προηγήθηκαν. Ο σκληρός χιτώνας μπορεί επίσης να παρουσιάσει διάσπαρτες έγχρωμες κηλίδες (είναι πιο συχνές σε ανθρώπους με σκούρα επιδερμίδα), ενώ στην επιφάνεια του ματιού μπορεί να εμφανιστεί ένας γκριζόλευκος δακτύλιος (γεροντικό τόξο). Ο δακτύλιος αυτός αποτελείται από άλατα ασβεστίου και χοληστερόλης και δεν επηρεάζει την όραση.

Επειδή εξάλλου μειώνεται το λίπος γύρω από τα μάτια, αυτά μοιάζουν να «βουλιάζουν» στο πρόσωπο. Μία άλλη αλλαγή είναι ότι λεπταίνει ο επιπεφυκότας. Επιπλέον, το κάτω βλέφαρο μπορεί να χαλαρώσει και να παρουσιάσει στροφή προς τα έξω, επειδή εξασθενούν οι μύες γύρω από τα μάτια και διατείνονται οι τένοντες. Η κατάσταση αυτή λέγεται εκτρόπιο, μπορεί να επέμβει στη λίπανση του οφθαλμικού βολβού και συμβάλλει στην ξηροφθαλμία, λέει ο δρ Κανελλόπουλος.

Στην τρίτη ηλικία είναι επίσης πιθανό να βλέπει σποραδικά κανείς στο οπτικό πεδίο του κάποια μαύρα σημαδάκια ή «λάμψεις». Αυτά συνήθως είναι ένδειξη γήρατος. Αν, όμως, η εμφάνισή τους αυξηθεί ξαφνικά, πρέπει να συμβουλευθείτε έναν οφθαλμίατρο.

«Όλ’ αυτά σημαίνουν πως υπάρχουν κάποιες αλλαγές οι οποίες είναι φυσιολογικές και άλλες όχι», τονίζει ο Δρ. Κανελλόπουλος. «Είναι φυσιολογικό να μην μπορούμε να δούμε καλά τα κοντινά αντικείμενα, να δυσκολευόμαστε να ξεχωρίσουμε τα χρώματα (όπως το μαύρο από το μπλε) ή να κοπιάζουμε για να δούμε που τελειώνει ένα αντικείμενο και που αρχίζει το φόντο του. Φυσιολογικό είναι ακόμα να χρειαζόμαστε περισσότερο φως για να βλέπουμε καλά ή περισσότερο χρόνο προσαρμογής όταν βγαίνουμε από ένα σκοτεινό δωμάτιο και μπαίνουμε σε ένα φωτεινό».

Ωστόσο, «η απώλεια όρασης δεν αποτελεί φυσιολογικό τμήμα της γήρανσης. Είναι απόρροια διαφόρων οφθαλμοπαθειών, οι οποίες εκδηλώνονται πολύ συχνότερα στην τρίτη ηλικία. Ανάμεσά τους συμπεριλαμβάνεται η ηλικιακή εκφύλιση της ωχράς κηλίδας, το γλαύκωμα, η διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια και, φυσικά, ο καταρράκτης».

Τι σημαίνουν πρακτικά όλ’ αυτά; Ότι καθώς μεγαλώνουμε, καλό είναι να υποβαλλόμαστε πιο τακτικά σε προληπτικό έλεγχο των ματιών, ώστε να ξέρουμε τι είναι φυσιολογικό και τι όχι. Η Αμερικανική Ακαδημία Οφθαλμολογίας συνιστά να υποβαλλόμαστε σε λεπτομερή έλεγχο κάθε 2-3 χρόνια μετά την ηλικία των 50 ετών και κάθε 1-2 χρόνια μετά τα 60. Ο έλεγχος πρέπει να συμπεριλαμβάνει διαστολή της κόρης ματιού με ειδικά κολλύρια, για να ελέγχει ο οφθαλμίατρος καλά το εσωτερικό τμήμα του.